Η ΙΣΤΟΡΗΣΗ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ
Την ολοκλήρωση των έργων ανοικοδόμησης, επικεράμωσης και εξωτερικής τοιχοδομίας ακολούθησαν, εσωτερικά, η ορθομαρμάρωση των τοίχων και πεσσών και η επιμαρμάρωση του σολέα με μάρμαρα εξαιρετικής ποιότητας, σε επταχρωμία και περίτεχνα σχέδια, στο κέντρο των οποίων δεσπόζει η επιβλητική παράσταση του εστεμμένου δικέφαλου αετού, κορυφαίου βυζαντινού συμβόλου. Ο διάκοσμος των κιόνων με Κορινθιακά κιονόκρανα, του σολέα με καλλιτεχνικά κιγκλιδώματα και του γυναικωνίτη με ξύλινους ταμπλάδες, εμπνεύσεις στις οποίες αποτυπώνεται η καλλιτεχνική ευαισθησία, αλλά και οι διαχρονικές μνήμες του δημιουργού, που συνδυάζει αρμονικά Ελληνικά και Χριστιανικά στοιχεία σε αδιάσπαστη ενότητα.
Παρόμοια στοιχεία ανακαλύπτει εύκολα ο προσεκτικός παρατηρητής στο μνημειακής αξίας ξύλινο τέμπλο του Γ. Φαλιαρίδη, αλλά και στα ξυλόγλυπτα ανάλογια των ψαλτών, ιερό άμβωνα, θρόνο και προσκυνητάρια.
Κορωνίδα των έργων ευπρεπισμού, με ειδικό πνευματικό βάρος, είναι, αναμφισβήτητα, η ιστόρηση του Ιερού Ναού από σημαντικούς καλλιτέχνες, τον αναγεννησιακό Κ. Αρτέμη και τους νεότερους δημιουργούς Ι. Καρούσο και Κ. Πανταζή, οι οποίοι ακολούθησαν την τεχνοτροπία της «Μακεδονικής» λεγόμενης Σχολής.
ΤΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ
Ο Ιερός Ναός – αρχιτεκτονικό έργο του Γ. Νομικού – συνδυάζει αρμονικά τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του Βυζαντινού ρυθμού, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος νιώθει τον ουρανό να κατέρχεται στη γη και ο ναός να μεταμορφώνει γη και ουρανό σε «καινή κτίση».
Είναι αμφίστυλος εξωτερικά και υψιρεφής, με εξέχουσα και περικαλλή την πλευρά της κυρίας εισόδου, στην οποία δεσπόζουν στο ύψος της οροφής και στα δυό της άκρα ισάριθμοι παράλληλοι τρουλίσκοι με κεραμική διακόσμηση, που προβάλλουν τον κεντρικό τρούλο και μαζί τα υπερυψωμένα περίτεχνα προπύλαια, στα οποία σχηματίζεται εντυπωσιακό τρίβηλο με 4 κομψούς κίονες.
Το μέγεθος του Ιερού Ναού (μήκος 46 μ., πλάτος 18μ., ύψος 21 μ.), τα αρχιτεκτονικά του μέλη, τα ευάριθμα (105) πολύχρωμα και ευμεγέθη παράθυρα, ο διάκοσμος, η αγιογραφική του ιστόρηση εξασφαλίζουν τις άγιες προϋποθέσεις για προσευχή και κατάνυξη.
Ο αρχιτέκτονας προέβλεψε επίσης ιερό εξομολογητήριο – παρεκκλήσιο, αφιερωμένο στον ιερομάρτυρα άγιο Χαράλαμπο, ιστορημένο με τον χρωστήρα και την ιδιαίτερη δεξιότητα του διακεκριμένου αγιογράφου και ζωγράφου Κ. Αρτέμη.
Υπάρχουν όμως και άλλοι χώροι, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει η μεγάλη αίθουσα (400μ2) εκδηλώσεων, η χριστιανική βιβλιοθήκη και η Εστία υπερηλίκων.
Την επίβλεψη των εργασιών, εκτός από τον αρχιτέκτονα Γ. Νομικό, είχε, και αργότερα, (Σεπ. ’63) και ο πολιτικός μηχανικός και καθηγητής του Ε.Μ.Π. Κωνσταντίνος Αμπακούμκιν.
ΤΟ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΟ ή ΜΙΚΡΗ «ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ»
Στο οικοδομικό τετράγωνο, που ορίζεται από τις οδούς Τρίτωνος – Αλκυόνης και Πλούτωνος – Ζαϊμη, στη θέση του πρώτου ξύλινου Ναού, που κάηκε το 1969, ανάμεσα σε πολυόροφες οικοδομές, αλλά σε ωραίο φυσικό περιβάλλον, χτίστηκε με τις χορηγίες του φιλοχρήστου λαού του Π. Φαλήρου ο ομώνυμος και γραφικός Ναϊσκος το 1972.
Ο μικρός αυτός Ναός κτίστηκε σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά σχέδια και τις τεχνικές προτάσεις του Πολιτικού Μηχανικού Βασ. Πολιτάκου και των συνεργατών του σε μικρό χρονικό διάστημα.
Δεν έχει ακόμα αγιογραφηθεί, ωστόσο η τιμή που αποδίδεται από τους ενορίτες στο Ιερό Παρεκκλήσιο και η αγάπη είναι εκδηλώσεις προφανείς. Με δική τους πρωτοβουλία, συχνά, τελείται η θεία Λειτουργία και το ιερό Απόδειπνο σε ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα.
1922Πρώτος ναΐσκος
Σε μια νύχτα, θυμούνται οι γεροντότεροι, σε οικόπεδο που ανήκε στο Υπουργείο Πρόνοιας, προοριζόμενο για την εγκατάσταση προσφύγων, ανυψώθηκε ο γραφικός ναΐσκος, της «Παναγίτσας». Ο Ναός αυτός, στα πρακτικά ονομαζόμενος και «ξύλινο παράπηγμα», καταστράφηκε από πυρκαϊά τον Ιανουάριο του 1969 – η ανοικοδόμησή του έγινε το 1972 – και στη θέσι του τότε το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο έκτισε το σημερινό γραφικό παρεκκλήσιο στη συμβολή των οδών Πλούτωνος και Λευκωσίας. Στις 30 Μαρτίου 1931 με προεδρικό διάταγμα αναγνωρίστηκε ως ενοριακός.
1941Αναζήτηση οικοπέδου για νέο Ναό.
1950 (Μάρτιος) Θεμελίωσις νέου Ιερού Ναού
Πολλά χρόνια πριν την καταστροφή του, το έτος 1941, η αύξηση του πληθυσμού της περιοχής, οι διαμορφούμενες νέες συνθήκες και δυνατότητες, αλλά και κυρίως η πίστη των ανθρώπων, οδήγησαν στην απόφαση αναζήτησης νέου οικοπέδου για την ανέγερση νέου Ιερού Ναού. Το οικόπεδο του πρώτου ξύλινου ναού, μικρής έκτασης, περιβαλλόμενο ασφυκτικά από οικοδομές, δεν επέτρεπε την κατασκευή Ιερού Ναού, ανάλογου προς τις ανάγκες και τις προσδοκίες των Φαληριωτών, γι’ αυτό αναζητήθηκε χώρος που θα συγκέντρωνε όλες εκείνες τις προϋποθέσεις, ώστε ο Ναός να κοσμεί την ευρύτερη περιοχή και ν’ αποτελεί το κέντρο της ζωής των κατοίκων. O χώρος τελικά βρέθηκε – διασταύρωση οδών Αχιλλέως και Τρίτωνος (παλαιά πλατεία των «τριών Πύργων») – και τον Μάρτιο του 1950, τίθεται ο θεμέλιος λίθος από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Αργυροκάστρου Παντελεήμονα.
Το 1951, μια ομάδα επιφανών προσώπων εκείνης της εποχής, με επικεφαλής τους καθηγητές και ακαδημαϊκούς Μαρίνο Γερουλάνο και Ιωάν. Καλιτσουνάκη, αναλαμβάνουν το δύσκολο έργο της ανέγερσης και αποπεράτωσης του νέου Ιερού Ναού. Το Διοικητικό Συμβούλιο και όλα τα μέλη του Συλλόγου, έχοντας την ενεργό συμπαράσταση και την πολύπλευρη στήριξη των Εκκλησιαστικών Συμβουλίων και όλων των ενοριτών, αποδύονται σ’ ένα πρωτόγνωρο διαρκή αγώνα με σύμπνοια, ψυχικό σθένος και προσωπικές θυσίες για την ανέγερση του Ναού.
1955Πρώτη εορτή της Κοιμήσεως Θεοτόκου, στο νέο επιβλητικό Ναό
1978 (26 Νοεμβρίου) Τελετή εγκαινίων
Τον Αύγουστο του 1955 ο λαός του Φαλήρου γιόρτασε για πρώτη φορά τη μεγάλη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στο νέο επιβλητικό Ιερό Ναό, ενώ η τελετή των εγκαινίων έγινε αρκετά χρόνια αργότερα, στις 26 Νοεμβρίου 1978, από τον μακαριστό πρώτο Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης κ. Χρυσόστομο τον Α’.
Με ενθουσιασμό και πίστη, με ικανότητα και γνώση, χρόνο με το χρόνο, για πολλά χρόνια ολοκλήρωναν ένα – ένα τα στάδια κατασκευής και εξωραϊσμού του Ιερού Ναού και του περιβάλλοντος αυτόν χώρου. Την 6η Μαϊου 1990 η έκτακτη Γ. Συνέλευση αποφάσισε «την διάλυσιν του Συλλόγου ανεγέρσεως λόγω εκπληρώσεως του σκοπού του…», δίνοντας πλέον στον Ιερό Ναό την σημερινή του μορφή.